Το «η καρδιά μου πάει να σπάσει», μπορεί όντως να συμβεί. Αυτή τη φορά δεν μιλάμε για το σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς. Η υγεία της καρδιάς κινδυνεύει και από το πένθος και τη στεναχώρια για το θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου.
Της Πηνελόπης Μποσταντζόγλου
Σύμφωνα με πρόσφατη επιστημονική μελέτη, ο θρήνος για την απώλεια ενός στενού μέλους της οικογένειας, μπορεί να αυξήσει επικίνδυνα τα επίπεδα στρες. Κατ’ επέκταση, αυξάνεται ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου για ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, ιδιαίτερα κατά την πρώτη εβδομάδα μετά τον θάνατο ενός αγαπημένου συγγενή όπου η στεναχώρια είναι αρκετή.
Μετά από ανάλυση δεδομένων σχεδόν τριών δεκαετιών, για σχεδόν μισό εκατομμύριο ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, οι ερευνητές κατέληξαν στο εξής συμπέρασμα. Όσοι είχαν βιώσει έντονη θλίψη και στεναχώρια μετά το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου, αντιμετώπισαν μια αύξηση 5% έως 20% στον κίνδυνο θανάτου λόγω καρδιακής ανεπάρκειας, μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Η επιστημονική μελέτη της Krisztina László
Όπως εξηγεί η επικεφαλής της επιστημονικής μελέτης Krisztina László: «H καρδιακή ανεπάρκεια, είναι μια προοδευτικά επιδεινούμενη χρόνια ασθένεια, στην οποία ο καρδιακός μυς αδυνατεί να αντλήσει αρκετό αίμα για να καλύψει τις ανάγκες του σώματος σε αίμα και οξυγόνο». Οι εκτιμήσεις των ερευνητών, δείχνουν ότι περισσότεροι από 64 εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες παγκοσμίως, παλεύουν με την ασθένεια.
Πώς σχετίζεται η καρδιακή ανεπάρκεια με το πένθος;
Στη μελέτη, οι ερευνητές εστίασαν σε δεδομένα περισσότερων από 500.000 ασθενών, που συλλέχθηκαν από το Σουηδικό Μητρώο Καρδιακής Ανεπάρκειας μεταξύ 2000 και 2018. Εξέτασαν επίσης ιατρικές πληροφορίες για ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, μεταξύ 1987 και 2018.
Σύμφωνα με τα σχετικά ευρήματα, σχεδόν 59.000 από τους ασθενείς (12%) είχαν βιώσει έντονη στεναχώρια για το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου. Διαπιστώθηκε επίσης σημαντική αύξηση στον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, ανάλογα με τη σχέση που είχε ο ασθενής με το άτομο που πέθανε.
Για παράδειγμα: H απώλεια ενός συζύγου ή συντρόφου, πυροδότησε 20% αύξηση στον κίνδυνο θανάτου από καρδιακή ανεπάρκεια. Την ίδια στιγμή η απώλεια ενός αδερφού ή αδελφής συνδέθηκε με 13% αύξηση του κινδύνου. Τέλος, η απώλεια ενός παιδιού ή ενός εγγονιού, σχετιζόταν με 10 % και 5% αύξηση, αντίστοιχα.
Αλλά οι αιχμές των ποσοστών αυτών, ήταν πολύ υψηλότερες αμέσως μετά το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου. Ο συνολικός κίνδυνος, αυξάνεται κατά 78% εντός επτά ημερών από την απώλεια. Ανάλογα με τη σχέση, ο θάνατος ενός παιδιού πυροδότησε αυξημένο κίνδυνο κατά 31% λόγω στεναχώριας, την πρώτη εβδομάδα. Ενώ η απώλεια ενός συζύγου ή συντρόφου προκάλεσε αύξηση 113%.
Και η απώλεια δύο αγαπημένων προσώπων ήταν χειρότερη από την απώλεια ενός: Οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια είδαν τον κίνδυνο θανάτου να αυξάνεται κατά 35% μετά από δύο απώλειες, σε σύγκριση με αύξηση 28% μετά την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου.
Η καρδιά απέναντι στο άγχος
Ωστόσο, η ερευνητική ομάδα εντόπισε μια μεγάλη εξαίρεση στον κανόνα: Την απώλεια ενός γονέα. Μετά την απώλεια μιας μητέρας ή ενός πατέρα, δεν παρατηρήθηκε αύξηση κινδύνου θανάτου σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια.
Σύμφωνα με την László: «Aυτό, μπορεί να αντανακλά το γεγονός ότι οι ίδιοι οι ασθενείς δεν ήταν ιδιαίτερα νέοι. Επομένως ο θάνατος ενός γονέα μπορεί να είναι σύμφωνος με τις προσδοκίες για τον κύκλο ζωής». Όσον αφορά το τι μπορεί να εξηγήσει την κατά τα άλλα γενική αύξηση του κινδύνου, οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι άλλοι γενετικοί παράγοντες και παράγοντες του τρόπου ζωής μπορεί να παίζουν ρόλο.
Ωστόσο, ένας «μηχανισμός που σχετίζεται με το άγχος» είναι η πιθανή εξήγηση για το γιατί ο θρήνος, το πένθος και η στεναχώρια, συνδέονται με τον κίνδυνο για καρδιακή ανεπάρκεια.
Πράγματι, οι ερευνητές είπαν ότι η αύξηση του κινδύνου θανάτου, μπορεί να οφείλεται στον πολύπλοκο τρόπο με τον οποίο το νευροενδοκρινικό σύστημα και το συμπαθητικό νευρικό σύστημα του σώματος, μεταξύ άλλων, ανταποκρίνονται σε εξαιρετικά αγχωτικά και συναισθηματικά γεγονότα.